Το σιτέλαιο προέρχεται από τα φύτρα του σιταριού και είναι γνωστό ως λάδι βάσης με μεγάλη περιεκτικότητα σε βιταμίνη Ε. Βοηθάει στην αναδόμηση των ιστών της επιδερμίδας, προλαμβάνει τη ξηρότητα του δέρματος και είναι ένα ισχυρό φυσικό αντιοξειδωτικό.
Λαμβάνεται από τα φύτρα του σιταριού µε την μέθοδο της πίεσης ή της εκχύλισης. Από 100 γρ. σιτάρι λαμβάνονται κατά την επεξεργασία του200 γρ. φύτρα τα οποία περιέχουν 6-10% σιτέλαιο.
Το σιτέλαιο είναι ένα λεπτό χρυσοκίτρινο υγρό µε την χαρακτηριστική ευχάριστη οσμή του σιταριού. Αν και περιέχει ελεύθερα λιπαρά οξέα είναι ένα αρκετά σταθερό λάδι, πρέπει να φυλάσσεται σε κλειστά δοχεία (µη μεταλλικά) σε δροσερό και ξηρό μέρος. Κάτω από τέτοιες συνθήκες μπορεί να διατηρηθεί μέχρι και 10 χρόνια χωρίς να αλλοιωθεί καθόλου. Αυτό οφείλεται στην μεγάλη του περιεκτικότητα σε τοκοφερόλες.
Περιέχει όπως όλα τα λάδια των δημητριακών ελεύθερα λιπαρά οξέα, λεκιθίνη και διάφορα ένζυμα. Το α-σαπωνοποίητα συστατικά χου υπολογίζονται σε 1.5-3%. Οι στερίνες που περιέχει αποτελούν το 70% των α-σαπωνοποίητων συστατικών. Το σιτέλαιο περιέχει επίσης καροτίνη, προβιταμίνη D. βιταμίνες της ομάδας Β και σε μικρές ποσότητες βιταμίνη Κ.
Εκείνο που χαρακτηρίζει την σπουδαιότητα του σιτέλαιου στην κοσμετολογία είναι η μεγάλη του περιεκτικότητα σε βιταμίνη Ε (200-300 µγρ σε 100 γρ λάδι).Η βιταμίνη Ε ανακαλύφθηκε το 1922 από τους Αμερικανούς Evans και Bishop και πρόκειται για ένα μίγμα από χημικές ενώσεις µε την ονομασία τοκοφερόλες (α-, β-, γ- και δ-τοκοφερόλη) από τις οποίες η πιο σπουδαία και µε την μεγαλύτερη βιολογική δράση είναι η α-τοκοφερόλη.

Χρησιμοποιείται ως βασικό λάδι σε μίξη µε άλλα έλαια στην περιποίηση σώματος, σε μασάζ και κυρίως στο ξηρό και ώριμο δέρμα.